Από την άλλη πλευρά, βέβαια, ουδείς λησμονεί τις πολλαπλές δημόσιες θέσεις τις οποίες κατείχε (και κατέχει;) ο συνταγματολόγος κ. καθηγητής, ενίοτε δε ασύμβατες (ηθικά τουλάχιστον) μεταξύ τους, ούτε ότι πολλάκις δάνεισε την πένα του και πρόσφερε ή μίσθωσε (το αγνοούμε) τη νομική του δεινότητα προς υπεράσπιση των ιδιοτελών απόψεων της συντεχνιακής αυτής ομάδας.
Οφείλουμε, ωστόσο, να επισημάνουμε τα παρακάτω:
- Επί δύο και πλέον δεκαετίες ο ν. 682/77 επέτρεπε μετά την εξαετία ελεύθερες απολύσεις. Πόσοι αλήθεια απολύθηκαν, για να αντικατασταθούν βεβαίως από άλλους εκπαιδευτικούς;
- Γιατί ουδέποτε όλα αυτά τα χρόνια δεν τέθηκε ζήτημα συνταγματικότητας του συγκεκριμένου νόμου; Αντίθετα, να θυμίσουμε στους επιλεκτικά αμνήμονες ότι με τροποποιήσεις και καθοδηγούμενες ερμηνείες επιχειρήθηκε από τη συντεχνιακή ηγεσία της ΟΙΕΛΕ τα τελευταία χρόνια η πλήρης αλλοίωση του γράμματος και του πνεύματος του ν. 682, προκειμένου βαθμηδόν και κατ’ ολίγον να εξυπηρετηθεί ο καταστατικός σκοπός της ΟΙΕΛΕ: η «δημοσιοϋπαλληλική» μονιμότητα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ως ενδιάμεσο στάδιο πριν την τελική κατάργηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
- Ακόμη και με το ν. 3848/10, που στόχευε στην άμβλυνση των ασφυκτικών πιέσεων που δημιούργησαν οι «νόμιμες» ή καθ’ ερμηνεία ρήτρες μονιμότητας, οι θρυλούμενοι 150 απολυθέντες μέσα σε τρία χρόνια, δηλαδή ποσοστό 0,5% ετησίως, αντικαταστάθηκαν από άλλους.
- Όσοι απολύθηκαν από τα ιδιωτικά σχολεία προσλήφθηκαν στο δημόσιο χωρίς ΑΣΕΠ, παρακάμπτοντας την έως πρόσφατα ισχύουσα επετηρίδα των δημοσίων, και διορίστηκαν σε σχολεία κοντά στον τόπο κατοικίας τους.
- Σύμφωνα με την άποψη της συντεχνιακής ηγεσίας της ΟΙΕΛΕ, όπως εκφράζεται από την πένα του καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, η μονιμότητα του εκπαιδευτικού εξασφαλίζει και την ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου που προσφέρει! Εάν αλήθευε αυτό, η απόλυτη μονιμότητα που ισχύει στα δημόσια σχολεία θα επιδαψίλευε σε αυτά μόνιμη και σταθερή αριστεία. Αλλά, φευ, η πραγματικότητα, όπως αποτυπώνεται στους διαγωνισμούς PISA και στις έρευνες του ΟΟΣΑ – όποτε διαθέτουν σταθμισμένα στοιχεία, τους διαψεύδει οικτρά. Και, βέβαια, λαμπρές περιπτώσεις δημόσιων εκπαιδευτικών, που προσφέρουν ουσιαστικό έργο παρά και ενάντια στην επικρατούσα νοοτροπία στη δημόσια εκπαίδευση, απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Αφήνουμε ασχολίαστα τα φληναφήματα περί μετατροπής των ιδιωτικών σχολείων σε «οίκους εμπορίου» και περί φοβερού πλουτισμού των «σχολαρχών», γιατί ακόμη και ο «κακός» μαθητής του Λυκείου γνωρίζει ότι κάθε επιχείρηση, κάθε εταιρική οντότητα, κάθε οργανισμός κερδοσκοπικός ή μη κερδοσκοπικός, κάθε ιδιωτικό σχολείο, αν δεν είναι οικονομικά υγιή, δεν μπορούν να υπηρετήσουν το σκοπό για τον οποίο δημιουργήθηκαν και, τέλος, να επιβιώσουν. Το ίδιο ισχύει και για τη δημόσια εκπαίδευση, που επί δεκαετίες χρηματοδοτήθηκε αφειδώς, ακρίτως και αναποτελεσματικά με δανεικά χρήματα.
Προς τι, λοιπόν, η ιερή οργή του προέδρου της ΟΙΕΛΕ και οι οιμωγές του; Ξεχνά μήπως το απλούστερο, ότι ο ίδιος και η συντεχνιακή ομάδα που τον περιστοιχίζει, αμείβονται παρανόμως από τον ΕΛΙΓΕ, από χρήματα δηλαδή που καταβάλλουν κατ’ έτος οι γονείς των μαθητών των ιδιωτικών σχολείων; Αλλά, βέβαια, τα χρήματα για τους «φαιά φορούντες, περί ηθικής λαλούντες» δεν έχουν χρώμα, ούτε προέλευση… Θα έχει ενδιαφέρον, ωστόσο, να πραγματοποιηθεί διαχειριστικός έλεγχος στον εν λόγω λογαριασμό, για να διαπιστωθεί πού ξοδεύτηκαν τόσα εκατομμύρια τουλάχιστον από το 1992, οπότε νομοθετήθηκε η αυξημένη χρηματοδότησή του.
Τέλος, επισημαίνουμε ότι είναι απολύτως δικαιολογημένος ο πανικός τους από την ΠΥΣ 6/2012, γιατί με αυτήν καταρρέει το οικοδόμημα της άτυπης και ανεύθυνης γι’ αυτούς συνδιοίκησης και συνδιαχείρισης των ιδιωτικών σχολείων, που όλα αυτά τα χρόνια επεδίωξαν και εν πολλοίς κατάφεραν να εκβιάσουν με διάφορες μεθοδεύσεις.
Γι’ αυτό και όντως συγκλονίζει η προπετής και ανενδοίαστη εργαλειακή χρήση του Συντάγματος, προκειμένου να δικαιολογηθεί ως δημόσιο αγαθό η σοβιετικής έμπνευσης χειραγώγηση και ο έλεγχος της ιδιωτικής εκπαίδευσης από μια ιδιοτελή συντεχνία.